Τμήμα Φιλοσοφίας (ΜΔΕ)

Permanent URI for this collection

Browse

Recent Submissions

Now showing 1 - 5 of 77
  • Thumbnail Image
    Item
    Open Access
    Η κριτική της τεχνικής στον Heidegger και τον Benjamin
    (2023-08-29) Καγιάφας, Φώτιος; Kagiafas, Fotios
    Η θεωρητική αντιπαράθεση μεταξύ του Heidegger και του Benjamin δεν εκτυλίχθηκε άμεσα κατά τη διάρκεια της ζωής των δύο στοχαστών. Από το έργο του Heidegger λείπει, απ’ το έως τώρα δημοσιευμένο corpus, κάποια ουσιαστική αναφορά στο έργο του Benjamin, ενώ, προκειμένου να βρει κανείς δείγματα νύξης του Benjamin για τον Heidegger, πρέπει να ανατρέξει στην προσωπική του αλληλογραφία, όπου ο Benjamin φαίνεται να αντιμετωπίζει τον Heidegger ως έναν από τους κύριους θεωρητικούς αντιπάλους της εποχής του. Η απουσία του άμεσου διαλόγου έχει, εντούτοις, πυροδοτήσει αλλεπάλληλες προσπάθειες ανασύστασης ενός φανταστικού διαλόγου στη μεταγενέστερη δευτερεύουσα γραμματεία από επιγόνους και των δύο κατευθύνσεων. Οι πολλαπλές αναβιώσεις μιας υποθετικής συνάντησης δεν μοιάζουν παράλογες αν αναλογιστεί κανείς τόσο την —για τουλάχιστον τρεις δεκαετίες— παράλληλη εξέλιξη της σκέψης τους πάνω σε ένα πλούσιο εύρος κοινών θεματικών, όπως η παράδοση, η προέλευση, ο χρόνος, η ιστορία, η πολιτική, η γλώσσα, η τέχνη και η τεχνική, όσο και την ιστορική συγκυρία κατά την οποία ο μεν Heidegger εμφανίστηκε, τουλάχιστον για κάποια χρόνια, ως θεωρητικός σύμμαχος του ναζιστικού καθεστώτος, ο δε Benjamin ως το έμμεσο θύμα του. Πεποίθηση και των δύο φαίνεται να είναι ότι υπάρχουν συγκεκριμένα θέματα γύρω από τα οποία συγκεντρώνονται στην πιο πυκνή μορφή οι δυνατότητες και οι κίνδυνοι της εκάστοτε ιστορικής στιγμής. Όσον αφορά την εποχή τους —τη νεωτερική εποχή— το ζήτημα της τεχνικής είναι, και για τους δύο, το κατεξοχήν τέτοιο θέμα. Κατέχει, συνεπώς, μια πρόσθετη αξία για τον ερευνητή, καθώς αυτός μπορεί να σκηνοθετήσει εκεί με τον πιο παραστατικό τρόπο μια διαμάχη πάνω στις κοινές τους προβληματικές, προσδοκώντας «μερικές σπίθες να πετάξουν» από τους δύο πολύ διαφορετικούς τρόπους που αντιλαμβάνονται την τεχνική. Υπερτονίζοντας τις διαφορές, δεν πρέπει, ωστόσο, κανείς να παραβλέψει ότι αμφότεροι διαθέτουν μια, πλουσιότερη της εργαλειακής, έννοια της τεχνικής, η οποία τους επιτρέπει να ασκήσουν την κριτική τους στη μοντέρνα τεχνολογία. Ο Heidegger διαχωρίζει ρητά, ήδη από την πρώτη παράγραφο του Το ερώτημα για την τεχνική, την έννοια της τεχνικής από την τεχνολογία και τα προϊόντα της και προσπαθεί να αναδείξει την οντολογική της σημασία, που συνίσταται στον αποκαλυπτικό της χαρακτήρα. Αντίστοιχα, ο Benjamin διαθέτει μια μη τεχνολογική έννοια της τεχνικής, η οποία ορίζει μια πρακτική σχέση με τον κόσμο και συγκροτεί το μέσο στο οποίο η ανθρωπότητα μετασχηματίζει ιστορικά και σχηματοποιεί το περιβάλλον της. Οι διευρυμένες αυτές έννοιες της τεχνικής τούς δίνουν τη δυνατότητα να πραγματοποιήσουν την αντιπαράθεση με την τεχνολογία σε ένα πεδίο όπου η ολοκληρωτική της εισχώρηση βρίσκεται ακόμη υπό διαπραγμάτευση — στο πεδίο της τέχνης. Ενώ, όμως, ο Benjamin διαβλέπει ακριβώς σ’ αυτήν την εισχώρηση τις ελπίδες της ανθρωπότητας για έναν επανακαθορισμό της σχέσης της με την τεχνολογία, ο Heidegger εναποθέτει τις προσδοκίες του στην αποτροπή της ίδιας αυτής εισχώρησης, προκειμένου να φανερωθεί μια πρωταρχικότερη έννοια της τεχνικής, η οποία θα αποκαταστήσει την αρμονική σχέση της ανθρωπότητας με τη φύση. Όσο κι αν διαφέρει η προτεινόμενη «θεραπεία», η διάγνωση είναι παρ’ όλα αυτά κοινή. Η τεχνική πρόοδος, που ευαγγελιζόταν την πλήρη απελευθέρωση του ανθρώπου, δεν επέφερε αναγκαία και την πρόοδο της ανθρωπότητας· τουναντίον, η εμπειρία του πολέμου ανέδειξε τις πλέον καταστροφικές συνέπειες που μπορεί να έχει η προβληματική σχέση ανάμεσα στον άνθρωπο και την τεχνολογία. Η τεχνολογία έχει εισβάλλει με ιλιγγιώδεις ρυθμούς στη ζωή του σύγχρονου ανθρώπου, διαρρηγνύοντας τις παραδοσιακές συλλογικές σχέσεις, αλλά και τις σχέσεις του ανθρώπου με τη φύση, δίχως, ωστόσο, να προσφέρει τον χώρο και τον χρόνο εκείνο, όπου ο άνθρωπος θα επαναδιαπραγματευτεί την ιστορική και κοινωνική του ύπαρξη. Η απομάγευση του κόσμου δεν έχει αντισταθμιστεί από μία επανανοηματοδότηση του κόσμου και η ανθρωπότητα οδεύει ξανά και ξανά προς την αυτοκαταστροφή της. Εκκινώντας από τη γονιμότητα αυτής της διάγνωσης, οι δύο στοχαστές προσφέρουν πρωτότυπες επεξεργασίες της έννοιας της τεχνικής, που δύναται να εμπλουτίσουν τον τρόπο με τον οποίο διεξάγεται σήμερα η συζήτηση γύρω από την τεχνολογία.
  • Thumbnail Image
    Item
    Open Access
    Η επίδραση της χαϊντεγγεριανής τοπολογίας στη σύγχρονη αρχιτεκτονική θεωρία : οι φιλοσοφικές προϋποθέσεις για μια αρχιτεκτονική ως λέγειν
    (2021-08-31) Γιαννακάκης, Χρήστος; Giannakakis, Christos
    Στόχος της εργασίας είναι να αναλύσει την προβληματική της "φιλοσοφικής τοπολογίας" στο έργο του Martin Heidegger και να εντοπίσει πιθανή επιρροή της στη σύγχρονη αρχιτεκτονική θεωρία. Η τοπολογία αντιλαμβάνεται τον χώρο ως βασική κατηγορία συγκρότησης νοήματος, σε αντίθεση με την παραδοσιακά κυρίαρχη κατηγορία του λόγου. Η εργασία υποστηρίζει ότι στον Heidegger αυτό που ονομάζεται “λόγος” δεν είναι μια a priori λειτουργία της νόησης, αλλά παράγεται από το θεμελιώδες χαρακτηριστικό της ανθρώπινης ύπαρξης που είναι η ικανότητά της να δημιουργεί. Η δημιουργία όμως στον Heidegger, όπως θα φανεί, είναι πάντα δημιουργία αυτού που ο ίδιος ονομάζει "τόπο", με την τοπολογία έτσι να είναι συνώνυμη με μια οντολογία. Βασικότερη τοπο-παρασκευαστική πρακτική είναι η αρχιτεκτονική, η οποία παράγει νόημα και δημιουργεί σημασίες και με αυτόν τον τρόπο συνδέεται άμεσα με το “ερώτημα για το είναι”. Συνεπώς, κρίσιμο είναι να εξεταστεί η σχέση της χαιντεγγεριανής τοπολογίας με την αρχιτεκτονική θεωρία.
  • Thumbnail Image
    Item
    Open Access
    Η νεοπλατωνική μεθερμηνεία τού πλατωνικού διαλόγου "Φαῖδρος" στον Πρόκλο. Μελέτη περίπτωσης : Δ' Βιβλίο "Περί τῆς κατά Πλάτωνα θεολογίας"
    Αναγνωστοπούλου, Βασιλική; Anagnostopoulou, Vasiliki
    Η παρούσα μεταπτυχιακή εργασία αποτελεί ένα ερευνητικό εγχείρημα για συστηματική μελέτη και επεξεργασία, όπως αναδεικνύεται σκοποθετικώς και από τον τίτλο που φέρει, τού Δ' βιβλίου τής πραγματείας του Πρόκλου Περί τής κατά Πλάτωνα θεολογίας. Η εν λόγω εξάτομη πραγματεία στο σύνολό της συνιστά ένα πόνημα της ώριμης συγγραφικής δραστηριότητας του Πρόκλου και αφορά κατά κύριον λόγο στο πώς ο νεοπλατωνικός στοχαστής προσλαμβάνει και αναγιγνώσκει προγενέστερες αντιλήψεις, όπως αυτές παρουσιάζονται μεταξύ άλλων και σε πλείστους πλατωνικούς διαλόγους. Πρόκειται, άλλοις λόγοις, για ένα ερευνητικό εγχείρημα παρουσίασης των προγενέστερων του Πρόκλου φιλοσοφικών-θεολογικών εκτιμήσεων αναφορικά με την οντολογική διαστρωμάτωση της μεταφυσικής περιοχής στο πλαίσιο μίας εξειδικευμένου χαρακτήρα συλλογιστικής σύνθεσης. Το βασικό οντοθεολογικό σχήμα το οποίο παρουσιάζει ο έσχατος σχολάρχης τής πλατωνικής Ακαδημίας στα έξι βιβλία της πραγματείας Περί της κατά Πλάτωνα θεολογίας είναι η -στις κορυφαίες βαθμίδες τους- τριαδική διάταξη των θείων κόσμων σε νοητόν, νοητόν-νοερόν και νοερόν μέρος. Πρόκειται για μία πραγματεία η οποία αποτελεί το τελευταίο έργο του νεοπλατωνικού φιλοσόφου, στο οποίο συνθέτει όλες τις προηγούμενες μελέτες του και, ενδεχομένως, αποτελεί την αποτύπωση των τελικών εκτιμήσεών του ως μία σύνοψη της αρχαίας ελληνικής μεταφυσικής στο σύνολό της υπό ένα θεολογικό πρίσμα. Η υπό μελέτη κειμενική συνάφεια έχει ως κεντρική θεματολογία το ενδιάμεσο τμήμα, δηλαδή το νοητόν-νοερόν μέρος, όπως θεωρείται ότι προκύπτει από ορισμένους πλατωνικούς διαλόγους, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται κυρίως ο Φαῖδρος αλλά και ο Παρμενίδης, τους οποίους ο φιλόσοφος αναγιγνώσκει υπό το οικείο του πρίσμα. Η θεωρητική παράμετρος η οποία παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον είναι το ότι ο Πρόκλος επιχειρεί όχι έναν απλό υπομνηματισμό στο κείμενο του Φαίδρου, αλλά μία αντιστοίχιση των οικείων του εννοιολογικών σχημάτων με τις θεότητες του πλατωνικού αυτού διαλόγου. Κατά συνέπεια, καθίσταται μείζονος σημασίας ιστορικά και ερμηνευτικά η ανάδειξη του τρόπου με τον οποίο ένα πλατωνικό κείμενο αναγιγνώσκεται οκτώ αιώνες μετά την συγγραφή του. Θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να τονισθεί ότι ο Πρόκλος, ως σε μείζονα βαθμόν εξαίρετος εγκυκλοπαιδιστής, φέρει ως θεωρητικό υπόβαθρο σύνολη την φιλοσοφική παρακαταθήκη των προγενέστερών του διανοητών και, ως εκ τούτου, επιχειρεί με μεθοδολογικόν τρόπο να αντλήσει τα -προσιδιάζοντα στην οικεία του συλλογιστική και φιλοσοφική θεώρηση- εκείνα στοιχεία, τα οποία θα λειτουργήσουν συγκροτητικά ως προς την διάρθρωση του ερευνητικού πονήματος, καθώς και ως προς την συστηματοποίηση των γνωσιοθεωρητικών και θεολογικών βηματισμών. Είναι δεδομένο ότι ο νεοπλατωνικός διανοητής έχει συγκροτήσει ήδη εξαρχής το γενικότερο θεωρητικό πλαίσιο επί τού οποιου θα κινηθεί συλλογιστικά, ωστόσο εκείνο το οποίο είναι μείζονος σημασίας ανάγεται στο πώς θα αξιοποιήσει τα κειμενικά εκείνα στοιχεία τα οποία θα εξασφαλίσουν τον ερεθίζοντα και, εν ταυτώ, γοητευτικό θεωρητικό προσανατολισμό, καθώς και την αποτύπωση της καθόλα μυστηριώδους περιρρέουσας ατμόσφαιρας της εποχής από την οποία αφορμάται. Στην εισαγωγή τής ερευνητικής απόπειράς μας, θα επιχειρήσουμε κατά κύριον λόγο μία βιογραφική και, κατά το μάλλον ή ήττον, εργογραφική αναφορά στο πρόσωπο του εμβληματικού αυτού διανοητή στο πλαίσιο της ανάδειξης της συγγραφικής δραστηριότητάς του στο σύνολό της, καθώς και της διερεύνησης με ευσύνοπτον τρόπο τής επιρροής την οποία ήσκησαν οι προγενέστεροί του στην διαμόρφωση των θεωριών του. Δεν θα παραλείψουμε, μάλιστα, να εξετάσουμε το σύμπλοκο της σχέσης μεταξύ τής Μεταφυσικής και της Θεολογίας με κάθε προοπτική μεταξύ τους σύγκρουσης να καθίσταται απορριπτέα. Τέλος, θα επιχειρήσουμε να αναδείξουμε τις υπό ένα ευρύτερο πλαίσιο θεματικές κατευθύνσεις τής μελέτης μας, οι οποίες αρθρώνονται στην βάση τής διερεύνησης: α) των αιτιών για τις οποίες ο νεοπλατωνικός στοχαστής θέτει υπό επεξεργασία έναν πλατωνικό διάλογο όπως ο Φαῖδρος, β) της ακολουθίας ή μη τής συλλογιστικής άρθρωσης του εν λόγω διαλόγου στο πλαίσιο της ύπαρξης κοινών ή μη θεωρητικών αρχών και, γ) της σε κάθε περίπτωση επιλεκτέας μεθόδου.
  • Thumbnail Image
    Item
    Open Access
    Οι δεικτικές σκέψεις στον P. F. Strawson και στον G. Evans
    Λάη, Μαρία; Lai, Maria
    Η παρούσα εργασία πραγματεύεται την έννοια των δεικτικών σκέψεων (demonstrative thoughts). Σύμφωνα με ορισμένες θεωρίες, που αναλύονται στην εργασία το περιεχόμενο αυτών των σκέψεων καθορίζεται σχεσιακά μέσω της αντίληψης, και όχι περιγραφικά. Προς επίρρωση της θέσης αυτής, αναδεικνύεται το γεγονός ότι, τα εμπειρικά αντικείμενα «εισάγονται» στο περιεχόμενο της σκέψης και πως είναι αυτά το περιεχόμενο της σκέψης και όχι λόγου χάρη οι εμπειρίες, ούτε κάποιες έννοιες ή περιγραφές όπως στον Frege και στον Russell. Οι σκέψεις που κατευθύνονται σε καθέκαστον αντικείμενα, αντιληπτικά σε πραγματικό χρόνο, ονομάζονται «δεικτικές». Οι σκέψεις αυτές αρθρώνονται γλωσσικά με τη χρήση δεικτικών λέξεων ή εκφράσεων όπως «αυτό», «εκείνο», «τούτο» ή «εκείνο εκεί». Η θέση των Strawson και Evans είναι πως υπάρχει μια μορφή αναφοράς που είναι απλή και άμεση και γίνεται δυνατή μέσω της αντίληψης ακόμη και όταν δεν μπορώ να κατηγοριοποιήσω εννοιολογικά το αντικείμενο της σκέψης μου. Η αναφορά επιτυγχάνεται από το γεγονός πως η ύπαρξη μου σχετίζεται αντιληπτικά με το αντικείμενο.
  • Thumbnail Image
    Item
    Open Access
    Η κριτική της ατομικής ιδιοκτησίας στο πρώιμο έργο του Μαρξ
    (2022-11) Κουκουτής, Κωνσταντίνος; Koukoutis, konstantinos
    Η παρούσα μελέτη ασχολείται με το ζήτημα της ατομικής ιδιοκτησίας στα πρώιμα έργα του Καρλ Μαρξ. Η κριτική του δεν αφορά γενικά το θεσμό της ατομικής ιδιοκτησίας αλλά την αλλοτριωμένη μορφή που ιστορικά αυτή προσλαμβάνει στην αστική κοινωνία που διαρθρώνεται μπροστά του. Η ατομική ιδιοκτησία προσλαμβάνει κύριο ρόλο στην καπιταλιστική κοινωνία, και οποιαδήποτε σχέση διαπλάθεται εντός της, αναγκαστικά, πρέπει να συλλαμβάνεται πάντα υπό την προϋπόθεση αυτής. Έτσι, το ζήτημα της αποσαφήνισης του ορισμού και του περιεχομένου της ατομικής ιδιοκτησίας θα μας απασχολήσει, έχοντας ως στόχο την απάντηση στο ερώτημα για το αν η ατομική ιδιοκτησία πρέπει να κατανοηθεί ως αποτέλεσμα ή ως βάση της αλλοτριωμένης εργασίας. Η ανάλυσή μας θα στηριχτεί σε κείμενα του Μαρξ από τη δεκαετία του 1840 με τις Συζητήσεις για το νόμο περί υλοκλοπής, Για το Εβραϊκό ζήτημα και τα Παρισινά χειρόγραφα να κατέχουν πρωτεύοντα ρόλο.